κρούση

κρούση
Συνάντηση δύο ή περισσότερων κινούμενων σωμάτων, η οποία επιτρέπει την ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ τους. Ο όρος κ. –όπως χρησιμοποιείται στη φυσική– δεν προϋποθέτει απαραίτητα την επαφή των σωμάτων. Στην κλασική μηχανική, τα προβλήματα κ. αντιμετωπίζονται με βάση το μέγεθος και την ταχύτητα των συγκρουόμενων σωμάτων. Για σώματα με τυχαία μορφή, τα οποία κινούνται με τυχαία κατεύθυνση το ένα ως προς το άλλο, η μελέτη της κ. είναι περίπλοκη. Γι’ αυτό, συνήθως, διερευνάται η ιδανική περίπτωση της κ. μεταξύ ομοιογενών σφαιρών με δεδομένη μάζα ή μεταξύ μίας σφαίρας και ενός επιπέδου· θεωρούμε επίσης κατά τη μελέτη της κ. τα σώματα τελείως ελαστικά (ελαστική κ.) ή τελείως πλαστικά, μη ελαστικά (πλαστική κ.), γεγονός που δεν συμβαίνει ποτέ στην πραγματικότητα. Η ελαστική κ. χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι τα σώματα μένουν σε επαφή μεταξύ τους για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου δρουν οι δυνάμεις της κ., και από το γεγονός ότι διατηρείται η ολική κινητική ενέργεια του συστήματος· αντίθετα, στην πλαστική κ. η ολική κινητική ενέργεια μετά την κ. είναι σχεδόν πάντα μικρότερη από την αρχική και η διαφορά αυτή εκλύεται στο περιβάλλον με τη μορφή θερμότητας. Αν η κ. γίνεται κατά μήκος της γραμμής που συνδέει τα κέντρα βάρους των σωμάτων, τότε ονομάζεται ευθεία, ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις ονομάζεται πλάγια. Ας θεωρήσουμε την απλή περίπτωση δύο σφαιρών, οι οποίες κινούνται κατά μήκος της ευθείας που ενώνει τα κέντρα βάρους τους και των οποίων οι αρχικές ταχύτητες είναι αντίστοιχα Vο, νο, ενώ οι τελικές V1 και ν1. Με την προϋπόθεση ότι δεν ασκούνται άλλες δυνάμεις πάνω στα σώματα αυτά, κατά τη διάρκεια της ελαστικής κ. τους, πρέπει να παραμείνουν σταθερά η ορμή και το άθροισμα των κινητικών ενεργειών τους, λόγω της αρχής διατήρησης της ενέργειας (βλ. λ. δυναμική). Έχουμε επομένως: Μ·Vο + m·νο = M·V1 + m·ν1 ⇒ 1/2 Μ·Vο2 + 1/2 m·νο2 = 1/2 M·V12 + 1/2 m·ν12 Από αυτές τις σχέσεις μπορούμε να προσδιορίσουμε τα V1 και v1. Ο υπολογισμός είναι πιο απλός, όταν, για παράδειγμα, η πρώτη σφαίρα είναι ακίνητη, οπότε ισχύει Vο = 0. Στην περίπτωση που μία σφαίρα προσκρούσει σε ένα ελαστικό τοίχωμα (οπότε το Μ είναι άπειρο και το Vο = 0), έχουμε V1 = 0 και v1 = -νο· η σφαίρα συνεπώς αναπηδά, αναστρέφοντας την ταχύτητά της. Στην πυρηνική φυσική, ελαστική κ. ονομάζεται αυτή στην οποία το προσπίπτον σωματίδιο σκεδάζεται χωρίς να διεγείρει ή να διασπάσει τον πυρήνα που συναντά. Στη μη ελαστική κ. διακρίνονται δύο περιπτώσεις: α) ένα σωματίδιο χάνει κινητική ενέργεια, ενώ ένα άλλο αποκτά κινητική ενέργεια ή ενέργεια ιονισμού· β) το ένα σωματίδιο χάνει μόνο ενέργεια ιονισμού ή διέγερσης, ενώ το άλλο αποκτά κινητική ενέργεια ή ενέργεια ιονισμού ή ενέργεια διέγερσης, όπως πριν. Στην πυρηνική φυσική αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι η λήψη πληροφοριών σχετικά με τις δυνάμεις που αναπτύσσονται μεταξύ των σωματιδίων κατά τη διάρκεια της κ., οπότε στην περίπτωση αυτή μετρώνται οι ταχύτητές τους πριν και μετά την κ.
* * *
η (AM κρούσις, -εως) [κρούω]
1. το αποτέλεσμα τού κρούω, χτύπημα («τὴν πρὸς ἄλληλα κροῡσιν ἐν τῷ διαφέρεσθαι τραχὺ καὶ φοβερὸν ὑπηχεῑν», Πλούτ.)
2. (για πήλινα αγγεία) εξέταση με χτύπημα τού χεριού για να διαπιστωθεί η ακεραιότητα
νεοελλ.
1. νύξη, διερεύνηση («έκανε μια κρούση για αύξηση»)
2. δοκιμαστική πολεμική επίθεση εναντίον τού εχθρού
3. τεχνολ. χαρακτηρισμός που αποδίδεται στις στιγμιαίες μεταβολές τής ταχύτητας ενός αντικειμένου ή ενός μηχανισμού που εκδηλώνονται με θόρυβο, τίναγμα κ.λπ. («οι κρούσεις τού κινητήρα»)
4. φυσ. δράση που ασκεί ένα κινούμενο σώμα σε ένα άλλο σώμα με το οποίο έρχεται σε επαφή λόγω τής μάζας και τής ταχύτητάς του
μσν.
σύγκρουση
αρχ.
1. το σπιρούνισμα («ἐφεὶς ἐδίωκεν ἤδη φωνῇ θρασυτέρα καὶ ποδὸς κρούσει χρώμενος», Πλούτ.)
2. δοκιμή, εξέταση
3. (σχετικά με σοφιστικά τεχνάσματα) δοκιμή για απάτη
4. η πλήξη έγχορδου μουσικού οργάνου
5. η ενόργανη μουσική
6. φρ. α) «παρὰ τὴν κροῡσιν λέγειν... ἤ ᾄδειν» — λεγόταν για απαγγελία ή άσμα ή μελωδία που συνοδευόταν από ενόργανη μουσική
β) «κροῡσις ὑπὸ τὴν ᾠδήν
πλήρης ενόργανη συμφωνία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κρούση — η 1. χτύπημα, χτύπος. 2. παίξιμο μουσικού οργάνου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κρούσῃ — κρούω strike aor subj mid 2nd sg κρούω strike aor subj act 3rd sg κρούω strike fut ind mid 2nd sg κρού̱σηι , κροῦσις striking fem dat sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρουστά — Μουσικά όργανα, των οποίων ο ήχος προκύπτει μέσω της κρούσης, δηλαδή ηχούν όταν τα χτυπήσει κάποιος κατά διάφορους τρόπους. Τα κ. αποτελούν την αρχαιότερη από όλες τις κατηγορίες μουσικών οργάνων. Από το απλό χτύπημα των χεριών ή των ποδιών μέχρι …   Dictionary of Greek

  • κρούστα — Μουσικά όργανα, των οποίων ο ήχος προκύπτει μέσω της κρούσης, δηλαδή ηχούν όταν τα χτυπήσει κάποιος κατά διάφορους τρόπους. Τα κ. αποτελούν την αρχαιότερη από όλες τις κατηγορίες μουσικών οργάνων. Από το απλό χτύπημα των χεριών ή των ποδιών μέχρι …   Dictionary of Greek

  • νάρκη — I (Βιολ.). Περιορισμός περισσότερο ή λιγότερο παρατεταμένος και βαθύς της ζωικής δραστηριότητας, που παρατηρείται σε διάφορα ασπόνδυλα και σπονδυλωτά ζώα (αλλά και σε φυτά, που το χειμώνα χάνουν τα φύλλα τους), όταν οι συνθήκες του περιβάλλοντος… …   Dictionary of Greek

  • δοκιμασίες — Συστηματικές μέθοδοι ελέγχου, με τις οποίες εξετάζονται οι φυσικές και χημικές ιδιότητες των υλικών που προορίζονται για κατασκευές ή η απόδοση και η καταλληλότητα μηχανών, τμημάτων τους, εγκαταστάσεων κλπ. (στην τελευταία περίπτωση αποκαλούνται… …   Dictionary of Greek

  • ιονισμός (του ατόμου) — Φαινόμενο κατά το οποίο ένα άτομο, αρχικά ουδέτερο, μετατρέπεται σε ένα ιόν, που έχει ένα ή περισσότερα ηλεκτρικά φορτία, καθώς ένας αριθμός ηλεκτρονίων, που περιφέρονταν αρχικά γύρω από τον πυρήνα του, έχει διαφύγει της έλξης και κινούνται,… …   Dictionary of Greek

  • επίκρουση — η 1. η κρούση πάνω σε κάτι, χτύπημα. 2. η ανάφλεξη του καψουλιού η οποία γίνεται με κρούση. 3. (ιατρ.), διαγνωστική μέθοδος που εφαρμόζεται με την κρούση των δαχτύλων στο σώμα του αρρώστου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • έκκαυμα — Μέσο για την πρόκληση έκρηξης μιας γόμωσης. Το έ. χρησιμοποιείται για να αποφευχθούν οι εύφλεκτες εκρηκτικές ύλες σε επικίνδυνες ποσότητες (όπως ο βροντώδης υδράργυρος), οι οποίες είναι πολύ ευαίσθητες στην κρούση. Τα βλήματα είναι συνήθως… …   Dictionary of Greek

  • έκρηξη — Βίαιη και ταχύτατη απελευθέρωση ενέργειας, η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή θερμότητας, φωτός, τεράστιας παραγωγής αερίων και συνεπώς μηχανικού έργου. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται συνήθως στη χημική αντίδραση που παράγεται μέσα στην εκρηκτική ύλη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”